Αν υπάρχει μια λέξη που κακοποιείται στην Ελλάδα, αυτή είναι η «αυτοδιοίκηση».
Στα χαρτιά, οι δήμοι και οι περιφέρειες υποτίθεται πως έχουν τον πρώτο λόγο για την καθημερινότητα των πολιτών. Στην πράξη, όμως, οι δήμαρχοι δεν είναι τίποτε άλλο παρά επαίτες που τρέχουν στα υπουργεία με το καπέλο στο χέρι για να εξασφαλίσουν τα αυτονόητα. Θέλουν χρήματα για δρόμους και υποδομές; Στην ουρά του υπουργείου Εσωτερικών. Ζητούν αστυνομική δύναμη για να προστατεύσουν τις γειτονιές τους;
Στην ουρά του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Θέλουν μέσα για την πυροσβεστική και την πολιτική προστασία; Στην ουρά ξανά. Αν αυτό ονομάζεται αυτοδιοίκηση, τότε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους. Η καθημερινότητα κρίνεται στο πεζοδρόμιο ,στις λακκούβες που γίνονται παγίδες για οδηγούς και πεζούς, στα σκουπίδια που στοιβάζονται, στα πάρκα που έχουν μετατραπεί σε σκουπιδότοπους, στις γειτονιές που νιώθουν εγκαταλελειμμένες. Κι όμως, οι αποφάσεις για όλα αυτά λαμβάνονται σε κλιματιζόμενα γραφεία, από υπουργούς που δεν έχουν πατήσει ούτε ένα στενό στις πόλεις που υποτίθεται ότι διοικούν. Αντί να έχουν πραγματικές αρμοδιότητες, οι δήμοι σέρνονται πίσω από την κεντρική διοίκηση, περιμένοντας ψίχουλα με τη μορφή επιδοτήσεων.
Ένα σύστημα που παράγει δήθεν «τοπικούς άρχοντες» οι οποίοι παίζουν το ρόλο του κομπάρσου ,φωτογραφίες, κορδέλες και μεγάλα λόγια, ενώ η εξουσία παραμένει ερμητικά κλειδωμένη στα υπουργεία. Το αποτέλεσμα είναι διπλά οδυνηρό. Οι πολίτες ζουν σε πόλεις και χωριά που βουλιάζουν στην εγκατάλειψη, και οι θεσμοί απαξιώνονται σε βαθμό γελοιοποίησης. Αυτή δεν είναι αυτοδιοίκηση είναι μια καρικατούρα που αποδεικνύει ότι στην Ελλάδα οι λέξεις χρησιμοποιούνται μόνο για διακόσμηση.

